- ἀντενδείκνυται
- ἀντί-ἐνδείκνυμιmarkpres ind mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αντενδείκνυται — (ως προσ. ή απρόσ.) αντενδείκνυνται (ως προσ.) … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
θηλασμός — Η πρώτη μορφή διατροφής των νεογνών του ανθρώπου και γενικότερα των θηλαστικών ζώων. Οι τρόποι και η διάρκεια του θ. ποικίλλουν ανάλογα με τα διάφορα είδη. Κατά τη διάρκεια της κύησης, ο μαστός ή μαζικός αδένας υφίσταται μεταβολές από την… … Dictionary of Greek
μαγνητοεγκεφαλογραφία — Ακτινολογική απεικονιστική μέθοδος που βασίζεται στην αρχή της μαγνητικής αντήχησης του πυρήνα του ατόμου (nuclear magnetic resonance). Αν και οι βασικές μελέτες στον τομέα αυτό χρονολογούνται από τις αρχές του 20ού αι., η μ. πρωτοεμφανίστηκε τη… … Dictionary of Greek